νάσταση σημαίνει ἐλευθερία καὶ ζωὴ καὶ τὸ τονίζουμε μὲ τὸν πανηγυρικὸ τόνο τοῦ «Χριστὸς Ἀνέστη» καὶ τὴν κοινὴ γιορτὴ ζωντανῶν καὶ νεκρῶν. Σημαίνει τέλος στὴν αἰχμαλωσία τῆς ὕλης, ποὺ ὁδηγεῖ μὲ βεβαιότητα στὸν θάνατο, τοῦ ὁποίου καὶ μόνον ἡ σκέψη πλημμυρίζει τὴν καρδιά μας μὲ θλίψη, μὲ κατήφεια, μὲ ὀδύνη. Σὲ αὐτόν, ποὺ σὰν σκοτεινὴ νεφέλη μᾶς πλακώνει καὶ κανεὶς σ’ αὐτὴ τὴν γῆ δὲν βρέθηκε νὰ μᾶς τὴν ἀπομακρύνει. Μόνο ὁ Ἀναστημένος Ἰησοῦς τὴν ἀπομάκρυνε καὶ ἀνέτειλε ἡμέρα ἐλεύθερη καὶ ξέγνοιαστη, ἡμέρα ποὺ βασιλεύει ἡ ζωὴ καὶ ὄχι ὁ θάνατος.

Ἡ Ἀνάσταση ἀποτελεῖ τὴν χαριστικὴ βολὴ κατὰ τοῦ θανάτου, γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Ἅγιος Ἰωάννης, ὁ Δαμασκηνός, στὸν Ἀναστάσιμο Κανόνα του λέει:

Θανάτου ἑορτάζομεν νέκρωσιν,

ᾍδου τὴν καθαίρεσιν,

ἄλλης βιοτῆς

τῆς αἰωνίου ἀπαρχὴν...

Ἔχοντας, λοιπόν, κατὰ νοῦν ὅτι ἡ Ἀνάσταση ταυτίζεται μὲ τὴν ἀπόλυτη ἐλευθερία καὶ ἡ ἐλευθερία ταυτίζεται μὲ τὴν τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, μποροῦμε νὰ ποῦμε μὲ βεβαιότητα, ὅτι ὁ ἐλεύθερος ἄνθρωπος εἶναι πλούσιος σὲ θεϊκὲς δωρεές, ἐνῶ ἀντίθετα φτωχὸς εἶναι ὅποιος παραβιάζει τὶς θεῖες ἐντολές, ποὺ ὁδηγοῦν μὲ μαθηματικὴ ἀκρίβεια στὴν δουλεία, τὴν δουλεία τῶν παθῶν, τῶν ἀσθενειῶν, τῆς ἐπιζητήσεως τοῦ πλούτου καὶ τῶν πρόσκαιρων ἀγαθῶν.

Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, ποὺ συνεπάγεται καὶ τὴν δική μας ἀνάσταση, εἶναι λαμπρὴ καὶ πανηγυρικὴ γιορτή, εἶναι ἡ ἡμέρα θριάμβου τοῦ Μεσσία, γι' αὐτὸ "ἀγαλλιασώμεθα καὶ εὐφρανθῶμεν ἐν αὐτῇ" (Ψαλμ. 117, 24) μᾶς προτρέπει ὁ ἱερὸς Ψαλμωδός. Ἡ ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ συμβολίζει τὴν συμφιλίωσή μας μὲ τὸν Θεό, ἀφοῦ μὲ αὐτὴν τερματίσθηκε ἡ μακροχρόνια πτώση καὶ ἐξορία μας, ἡ γῆ ἔγινε ξανὰ οὐρανὸς καὶ ἐμεῖς, οἱ ἀνάξιοι τῆς γῆς ἄνθρωποι φάνηκαμε πάλι ἄξιοι τῆς ἐπουράνιας βασιλείας. Ἡ ἀπαρχὴ τῆς φύσεώς μας, ὁ Χριστός, ἀνέβηκε ψηλότερα ἀπὸ τὸν οὐρανὸ καὶ ἄνοιξε ὁ παράδεισος.

Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ μας περιέχει τὴν ἔννοια τῆς ἐλευθερίας, γιὰ νὰ μὴν ποῦμε ὅτι εἶναι ἡ ὄντως ἐλευθερία. Τὴν γιορτάζουμε ἐμεῖς οἱ χριστιανοί, καὶ ἰδίως οἱ Ὀρθόδοξοι Ἕλληνες ἁπανταχοῦ τῆς γῆς, πανηγυρικά, ἀλλὰ παραμένουμε αἰχμάλωτοι τῶν παθῶν καὶ τῆς ἁμαρτίας. Ἡ ἀσυδοσία τῆς ἠθικῆς ἐλευθερίας μᾶς κρατεῖ γερὰ στὸ κλουβὶ τῆς δουλείας. Ἔχει αἰχμαλωτίσει τὶς καρδιές μας καὶ δὲν τὶς ἀφήνει νὰ πετάξουν κοντὰ στὸν Ἀναστημένο Χριστό μας. Δοῦλες οἱ καρδιές μας μᾶς ὁδηγοῦν σὲ ἐθνικές, οἰκονομικές, ἐπιδημιολογικὲς κρίσεις. Μόνον ἡ ἀποτίναξη τῶν δεσμῶν ποὺ μᾶς κρατοῦν δούλους τῆς ἁμαρτίας, θὰ μᾶς ἀναστήσουν πνευματικὰ καὶ θὰ νοιώσουμε τὴν ἀληθινὴ χαρὰ τῆς προσωπικῆς πρῶτα καὶ μετὰ τῆς οἰκογενειακῆς, τῆς κοινωνικῆς καὶ τῆς ἐθνικῆς μας ἐλευθερίας. Τότε ὅλοι μας χαρούμενοι θὰ κυκλοφοροῦμε χαιρετώντας ὁ ἕνας τὸν ἄλλο μὲ τὸν καθημερινὸ χαιρετισμὸ τοῦ Ἁγίου Σεραφεὶμ τοῦ Σάρωφ «Χριστὸς Ἀνέστη, χαρά μου» καὶ θὰ ἀγκαλιαζόμαστε χωρὶς ἀποστάσεις καὶ μάσκες, μέσα καὶ ὄχι ἔξω ἀπὸ τὶς Ἐκκλησιές μας, ὅπως μᾶς παροτρύνει στὸν Ὕμνο του πρὸς τὴν Ἐλευθερία ὁ Ἐθνικός μας Ποιητὴς Διονύσιος Σολωμός:

Μέσα στὲς ἐκκλησιὲς τὲς δαφνοφόρες

μὲ τὸ φῶς τῆς χαρᾶς συμμαζωχτεῖτε·

ἀνοίξετε ἀγκαλιὲς εἰρηνοφόρες

ὀμπροστὰ στοὺς Ἁγίους καὶ φιληθεῖτε·

φιληθεῖτε γλυκὰ χείλη μὲ χείλη,

πέστε· «Χριστὸς Ἀνέστη» ἐχθροὶ καὶ φίλοι.

Ἡ ζωή μας σ’ αὐτὴ τὴν γῆ εἶναι ζωὴ μετανάστη, ζωὴ πρόσφυγα, ζωὴ καθημερινοῦ Γολγοθᾶ. Καὶ δὲν θέλουμε νὰ τὸ καταλάβουμε, γιατὶ ὁ ἐγωϊσμὸς καὶ ἡ ἁμαρτία μᾶς ἔχουν νεκρώσει ψυχικά. Ὅμως, ζοῦμε μὲ τὴν βεβαιότητα, ὅτι τὸν προσωπικό μας Γολγοθᾶ θὰ τὸν ἀκολουθήσει ἡ προσωπική μας ἀνάσταση, τὴν τωρινὴ ἐπιδημία θὰ ἀκολουθήσει ἡ ἀποτίναξή της, ἀρκεῖ ἐμεῖς νὰ καταθέσουμε στὸν Κύριο τὴν πρόθεσή μας, νὰ ἀλλάξουμε πορεία ζωῆς. Ὁ Κύριος μᾶς περιμένει ὡς ἄλλος Κυρηναῖος, νὰ μᾶς βοηθήσει σηκώνοντας τὸν σταυρὸ τῶν βιοτικῶν μας μεριμνῶν, ἀσθενειῶν καὶ θλίψεων, γιὰ νὰ μᾶς ὁδηγήσει στὴν ἀνάσταση. Εἶναι ὁ γιατρός μας, ὁ ἐντατικολόγος μας, ὁ νοσημευτής μας. Ζητεῖ ἀπὸ ἐμᾶς μόνο νὰ βάλουμε τὸ κλειδὶ τῆς μετανοίας, ὅπως ὁ Ληστὴς τὸ «μνήσθητί μου», γιὰ νὰ μᾶς ἀνοίξουν ἀμέσως οἱ πόρτες τῆς ὑγείας στὴν γῆ καὶ τῆς αἰωνιότητος στὸν οὐρανό, οἱ πόρτες τοῦ Παραδείσου, ὅπου θὰ συναντήσουμε τὸν Ἀναστημένο μας Ἰησοῦ·

* Αὐτόν, ποὺ μᾶς δίνει κορωνοϊούς, ἀλλὰ μᾶς δίνει καὶ τὴν ἴαση.

* Αὐτόν, ποὺ μᾶς δίνει τὸν ἐγκλεισμό μας στὰ σπίτια μας, ἀλλὰ δίνει καὶ τὴν ἐλευθερία τῶν κινήσεων.

* Αὐτόν, ποὺ εἶναι ἡ Ἴαση καὶ ἡ Ἐλευθερία.

* Αὐτόν, ποὺ δίνει τὸν χειμώνα τῶν πειρασμῶν καὶ τῶν θλίψεων, ἀλλὰ καὶ τὴν ἄνοιξη τῆς ἐκβάσεως καὶ τῆς ἀναψυχῆς.

* Αὐτόν, ποὺ δίνει τὸν θάνατο τοῦ φθαρτοῦ σώματος, ἀλλὰ καὶ τὴν ἀνάσταση τῆς ψυχῆς.

* Αὐτόν, ποὺ δίνει τὸν σταυρό, ἀλλὰ ὁ ἴδιος γίνεται Κυρηναῖος μας στὴν ἐπίπονη ἄρση του.

Καὶ δὲν ὑπάρχει σταυρὸς χωρὶς ἀνάσταση, ὅπως δὲν ὑπάρχει χειμώνας χωρὶς ἄνοιξη, δὲν ὑπάρχει ἀσθένεια χωρὶς φάρμακο, δὲν ὑπάρχει ἐπιδημία χωρὶς τέλος, χωρὶς ἐμβόλιο σωτηρίας. Μᾶς τὸ ἔχει δώσει μὲ τὸ Ἄχραντο Σῶμα Του ὁ Κύριός μας καὶ τὸ τίμιο Αἷμά Του, ὁ Ἰατρὸς τῶν ψυχῶν καὶ τῶν σωμάτων, λέγοντάς μας: «Εἰς ἴασιν ψυχῆς τε καὶ σώματος».

Ἀλήθεια πόσο φτωχοὶ καὶ μικροὶ αἰσθανόμαστε ἀκόμη καὶ μπροστὰ σὲ αὐτὲς τὶς ἐπιδημιολογικὲς καταστάσεις; Ἕνας θανατηφόρος ἰός, ἀπὸ τὰ μικρότερα τῶν δημιουργημάτων, σπέρνει τὸν θάνατο. Πόσο μικροὶ αἰσθανόμαστε μπροστά του!

* Ἂς ἀφήσουμε τοὺς ἐγωϊσμοὺς καὶ τὴν ἐπιστήμη, ἡ ὁποία «χωριζομένη ἀρετῆς πανουργία ἐστὶ καὶ οὐ σοφία φαίνεται».

* Ἂς καταλάβουμε πόσο μηδαμινοὶ ἐνώπιον Κυρίου εἴμαστε.

* Ἂς ἀπολαύσουμε τὴν ὀμορφιὰ τῆς ἀνοίξεως, ἂς δοξολογήσουμε τὸν Ἀναστημένο Χριστό μας καὶ ἂς ἑτοιμαζόμαστε ψάλλοντας τὸ «Χριστὸς Ἀνέστη , γιὰ τὴν δική μας αἰώνια ἄνοιξη στὴν Βασιλεία τῶν οὐρανῶν.


Δρ Χαραλάμπης Μ. Μπούσιας,

Μέγας Ὑμνογράφος τῆς τῶν Ἀλεξανδρέων Ἐκκλησίας