Ἰορδάνης ποταμός, ὁ ἱερὸς ποταμὸς τῆς θεοφανείας, ὁ ποταμὸς ποὺ «ἐθαμβήθη θεωρῶν τὸν ἀθεώρητον γυμνόν», εἶναι ὁ ποταμὸς ποὺ ἡ διάβασή του ὁδηγεῖ στὴν γῆ τῆς ἐπαγγελίας. Γιὰ ὅλους ἐμᾶς τοὺς Χριστιανοὺς ὁ Ἰορδάνης ποταμὸς εἶναι ὁ ποταμὸς τῆς ἐπιθυμίας ἐπισκέψεως τῶν ρείθρων του, τῆς καθάρσεως, τοῦ ἁγιασμοῦ. Ὅλοι μας τρέφουμε τὴν ἐλπίδα, νὰ ἀξιωθοῦμε νὰ βαπτισθοῦμε στὰ νερά του, στὰ ρεῖθρα ποὺ στὴν γύρω τους ἔρημο ἀσκήσευσε ὁ Βαπτιστὴς Ἰωάννης, ὁ Πρόδρομος, στὰ ῥεῖθρα ποὺ ἁγιάσθηκαν ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Θεάνθρωπο Ἰησοῦ τὴν στιγμὴ ποὺ ὁ Θεὸς Πατὴρ ἐφώνει «Οὖτός ἐστίν ὁ Υἱός μου ὁ ἀγαπητός» καὶ τὶ Ἅγιον Πνεῦμα παρουσιάσθηκε «ἐν εἴδει περιστερᾶς».

Ὁ Ἰορδάνης ποταμὸς εἶναι ὁ προσωποποιημένος ποταμός. Ἂν καὶ ὡς κτίσμα εἶναι ἄψυχο, δὲν ἔχει αἰσθήσεις, ἐν τούτοις τοῦ φωνάζουμε: «Ἰορδάνη ποταμέ, τί ἐθαμβήθης θεωρῶν;», «Ἑτοιμάζου, Ἰορδάνη ποταμέ..», «Ἰορδάνη ποταμέ, στῆθι ὑπόδεξαι σκιρτῶν..», «Ἰορδάνη ποταμέ, εὐφράνθητι..», «Καὶ σύ, Ἰορδάνη ποταμέ, διατὶ ἐστράφης εἰς τὰ ὀπίσω», λὲς καὶ ἀπευθυνόμαστε σὲ πρόσωπο. Βέβαια, δὲν εἶναι τὸ μοναδικὸ κτίσμα ποὺ προσωποποιεῖται στὴν ἐκκλησιαστικὴ γραμματεία. Ἔχουμε πολλὰ παρόμοια παραδείγματα στὰ ἱερὰ κείμενα τῆς ὑμνογραφίας καὶ τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Ὅταν λέμε: «Εὐφραινέσθω τὰ οὐράνια, ἀγαλλιάσθω τὰ ἐπίγεια», δηλαδή, ἂς εὐφρανθοῦν οἱ οὐρανοὶ καὶ ἂς χαρεῖ ἡ γῆ, ἐννοοῦμε τὴν χαρὰ τῶν ἀγγέλων στὸν οὐρανὸ καὶ τῶν ἀνθρώπων στὴν γῆ καὶ ὄχι τοῦ ἀέρος καὶ τοῦ ἐδάφους. Ἐπίσης στὴν ὑμνογραφία ἀπευθυνόμαστε πολλὲς φορὲς σὲ ἱεροὺς τόπους ἢ ἱερὰ ἀντικείμενα λὲς καὶ αὐτὰ εἶναι ἔμψυχα, ὅπως στὴν Βηθλεὲμ καὶ τὸν Τίμιο Σταυρό. Ἔτσι λέμε:

«Ἑτοιμάζου, Βηθλεέμ, ἤνοικτε πᾶσιν ἡ Ἐδέμ..» ἢ « Σταυρὲ τοῦ Χριστοῦ, σῶσον ἡμᾶς τῇ δυνάμει σου», ἢ «Οὐ δυνησόμεθα, Σταυρὲ τοῦ Κυρίου, τὰ σὰ θαυμάσια ὑμνεῖν οἱ κατάκριτοι». Ὅταν ἐπίσης λέμε: «Σκιρτήσατε τὰ ὄρη καὶ οἱ βουνοί», δὲν παρακινοῦμε τὰ βουνὰ καὶ τοὺς λόφους νὰ σκιρτήσουν, ἀλλὰ τοὺς Χριστιανοὺς ποὺ κατοικοῦν σὲ αὐτούς. Καὶ ὅταν λέμε: «Οἱ οὐρανοὶ διηγοῦνται δόξαν Θεοῦ», δὲν ἐννοοῦμε, ὅτι ἀφήνουν φωνὴ ποὺ ἀκοῦν τὰ αὐτιά μας, ἀλλὰ ὅτι παρουσιάζουν σὲ μᾶς μὲ τὸ μέγεθός τους τὴν δύναμη τοῦ Δημιουργοῦ. Ἔτσι, κατανοοῦμε τὸ κάλλος τους καὶ δοξάζουμε τὸν Πλάστη καὶ Δημιουργό τους σὰν ἄριστο τεχνίτη.

Τὴν θαυμαστὴ στροφὴ τοῦ ρεύματος τοῦ ποταμοῦ Ἰορδάνου πρὸς τὰ ὀπίσω, αὐτὴν ποὺ ὑπερφυῶς βλέπουμε σὲ αὐτὸν κάθε χρόνο, στὸν ἁγιασμὸ τῶν ὑδάτων τὴν ἡμέρα τῶν Θεοφανείων, και δοξάζουμε τὸν βαπτισθέντα Κύριό μας Ἰησοῦ, περιφράφει ὁ Προφητάναξ Δαβὶδ λέγοντας: «Ἡ θάλασσα εἶδε καὶ ἔφυγεν, ὁ Ἰορδάνης ἐστράφη εἰς τὰ ὀπίσω» (Ψαλμ. ριδ, 3). Μὲ αὐτὸ τὸ χωρίο ὁ Ψαλμωδὸς ἤθελε νὰ προφητεύσει τὴν ἔκπληξη τῆς θαλάσσης, τοῦ νεροῦ ποὺ ἁπλωνόταν σὲ μεγάλο μέρος, καὶ τοῦ Ἰορδάνη ποταμοῦ, μὲ τὴν εἴσοδο στὰ νάματα του τοῦ ἀναμάρτητου Χριστοῦ μας. Αὐτὴν τὴν ἔκπληξη δικαιολογεῖ στὴν εὐχὴ τοῦ ἁγιασμοῦ τῶν ὑδάτων ὁ Ἅγιος Σωφρόνιος, Ἐπίσκοπος Ἱεροσολύμων λέγοντας.

«Ὁ Ἰορδάνης ἐστράφη εἰς τὰ ὀπίσω θεασάμενος τὸ πῦρ τῆς Θεότητος σωματικῶς κατερχόμενον καὶ εἰσερχόμενον ἐπ’ αὐτόν». Τὸ πῦρ τῆς Θεότητος στὴν σάρκα τοῦ Θεοῦ Λόγου, τοῦ Χριστοῦ μας, ποὺ εἰσερχόταν μέσα στὰ ἰορδάνεια ρεῖθρα, ἀπὸ φόβο καὶ σεβασμὸ αὐτὰ ἤθελαν νὰ τὸ ἀποφύγουν.

Τὸ ὅτι ὁ Ἰορδάνης ἐστράφη εἰς τὰ ὀπίσω περιγράφει καὶ τὸ ἑπόμενο ὡραιότατο τροπάριο τῆς ἑορτῆς τῶν Θεοφανείων θυμίζοντάς μας τὴν διαίρεση τοῦ ὕδατος τοῦ Ἰορδάνου μὲ τὴν μηλωτὴ τοῦ προφήτου Ἐλισσαίου, μετὰ τὴν ἀνάληψη στοὺς οὐρανοὺς μὲ πύρινο ἅρμα τοῦ προφήτου Ἠλιού:

«Ἀπεστρέφετο ποτέ, ὁ Ἰορδάνης ποταμός, τῇ μηλωτῇ Ἐλισσαιέ, ἀναληφθέντος Ἠλιοὺ, καὶ διῃρεῖτο τὰ ὕδατα ἔνθεν καὶ ἔνθεν· καὶ γέγονεν αὐτῷ, ξηρὰ ὁδὸς ἡ ὑγρὰ, εἰς τύπον ἀληθῶς τοῦ Βαπτίσματος, δι᾽ οὗ ἡμεῖς τὴν ῥέουσαν, τοῦ βίου διαπερῶμεν διάβασιν, Χριστὸς ἐφάνη, ἐν Ἰορδάνῃ, ἁγιάσαι τὰ ὕδατα».

Ἐστράφη παλιὰ πρὸς τὰ πίσω τὸ ρεῦμα τοῦ Ἰορδάνου ποταμοῦ διὰ τῆς μηλωτῆς τοῦ ἀναληφθέντος στὸν οὐρανὸ προφήτου Ἠλία, τὴν ὁποίαν εἶχε ὁ προφήτης Ἐλισσαῖος. Καὶ
ἔγινε ἡ ὑγρὴ ὁδὸς ξερὴ προτυπώνοντας ἀληθινὰ τὸ βάπτισμα, διὰ τοῦ ὁποίου ἐμεῖς διαπερνοῦμε τὴν ρευστὴ διάβαση τοῦ βίου. Ὁ Χριστὸς φανερώθηκε στὸν Ἰορδάνη, γιὰ νὰ ἁγιάσει τὰ ὕδατα.

Ἡ ποιητικώτατη προφητικὴ αὐτὴ φράση τῶν Ψαλμῶν «ὁ Ἰορδάνης ἐστράφη εἰς τὰ ὀπίσω» εἶναι πλουτισμένη μὲ ἕνα ἀσυνήθιστο καὶ ἀνυποψίαστο, ἀκόμα καὶ στοὺς πιὸ φιλακόλουθους, πνευματικὸ βάθος. Τὸ σχολιάζει πολὺ ὄμορφα, ὅπως πράττει πάντοτε, ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος:

Ὁ ποταμὸς Ἰορδάνης, ποὺ ἦταν πολυφημισμένος στὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ γιὰ πολλὰ ἄλλα θαύματα, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν βάπτιση τοῦ Χριστοῦ σὲ αὐτόν, πηγάζει ἀπὸ δύο πηγές. Ἡ μία λέγεται Ἰὸρ καὶ ἡ ἄλλη Δάν. Καθὼς προχωροῦν τὰ δύο αὐτὰ ποτάμια, ἑνώνονται σὲ ἕνα ποὺ ὀνομάζεται Ἰορδάνης. Αὐτὸς μὲ πλῆρες ἀναπτύγμα τοῦ ροῦ του περνάει μέσα ἀπὸ ἐναλλασσόμενα παρόχθια γόνιμα καὶ ἀμμώδη ἐδάφη καὶ χύνεται στὴν Νεκρὰ θάλασσα. Ἡ ἀλληγορία ἐδῶ εἶναι βαθειὰ καὶ θεολογικώτατη, ὅπως τὴν φανερώνει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος. Ὁ ποταμὸς Ἰορδάνης εἶναι ὁ τύπος τουῦ ἀνθρωπίνου γένους. 

Οἱ δύο πηγές του συμβολίζουν τὸν Ἀδὰμ καὶ τὴν Εὔα, τοὺς δύο προπάτορες, ἀπὸ τοὺς ὁποίους ἀνέβλυσε ὅλο τὸ ἀνθρώπινο γένος. Καὶ τὸ γένος αὐτὸ πρὸς τὰ ποῦ πορευόταν πρὶν τὴν ἐνσάρκωση τοῦ Θεανθρώπου μας Ἰησοῦ; Ἀλλοίμονο, στὴν νέκρωση καὶ στὸν θάνατο μέσα ἀπὸ χαρὲς καὶ λύπες τῆς ζωῆς, ὅπως ὁ Ἰορδάνης, ὁ ὁποῖος μέσα ἀπὸ γόνιμα καὶ ἄγονα ἐδάφη ἐκβάλλει στὴν Νεκρὰ θάλασσα. Ἦρθε, ὅμως, ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ποὺ πόνεσε γιὰ τὴν ἀθλιότητα τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, καὶ ἔγινε ἄνθρωπος, καὶ ἔπαθε πάνω στὸν Σταυρό, καὶ κατήργησε, μὲ τὸν θάνατό του, τὸν θάνατο. Ἔτσι, χάρισε στοὺς ἀνθρώπους τὴν ζωὴ καὶ τοὺς ἔστρεψε πρὸς τὰ πίσω, τοὺς ἔκαμε νὰ μὴν τρέχουν πιὰ πρὸς τὴν νέκρωση καὶ τὸν θάνατο, ἀλλὰ πρὸς τὴν ζωὴ καὶ τὴν ἀφθαρσία. Αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος, ποὺ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος λέγει, ὅτι «ὅσοι εἰς Χριστὸν Ἰησοῦν ἐβαπτίσθημεν, εἰς τὸν θάνατον αὐτοῦ ἐβαπτίσθημεν». (Ῥωμ. στ΄ 3).

Σὲ ἕνα ἄλλο δοξαστικὸ τῆς Ἑορτῆς τῶν Θεοφανείων ὁ ὑμνογράφος ἐρωτᾶ τὸν Ἰορδάνη ποταμὸ προσωποποιημένο:

«Τί ἀναχαιτίζει σου τὰ ὕδατα, ὦ Ἰορδάνη, τί ἀναποδίζεις τὸ ῥεῖθρον καὶ οὐ προβαίνεις τὴν κατὰ δύσιν πορείαν;».

Γιὰ νὰ συνεχίσει μὲ τὴν ἀπάντηση τοῦ Ἰορδάνου:

«Οὐ δύναμαι φέρειν πῦρ καταναλίσκον· ἐξίσταμαι καὶ φρίττω τὴν ἄκραν συγκατάβασιν· ὅτι οὐκ εἴωθα τὸν καθαρὸν ἀποπλύνειν, οὐκ ἔμαθον τὸν ἀναμάρτηρον ἀποσμήχειν, ἀλλὰ τὰ ῥερυπωμένα σκεύη ἐκκαθαίρειν...».

Ποιός σοῦ ἀναχαιτίζει τὰ ὕδατα, Ἰορδάνη, καὶ ἐμποδίζει τὴν φυσική σου πορεία πρὸς τὴν δύση; Αὐτὸς ποὺ εἶναι ὅλος πῦρ καὶ ἀπορῶ καὶ φρίττω τὴν ἀμέτρητη συγκατάβασή Του. Ἐγὼ δὲν μπορῶ νὰ καθαρίσω τὸν καθαρόν, οὔτε νὰ σκουπίσω τὸν ἀναμάρτητο. Ἐγὼ μόνο βρώμικα σκεύη μπορῶ μὲ τὰ νερά μου νὰ καθαρίσω.

Ὁ Ἰορδάνης ποταμὸς στὴν Παλαιὰ Διαθήκη ἀποκαλύπτεται ὡς ὁ ποταμὸς ποὺ ὁρίζει τὴν «γῆ τῆς ἐπαγγελίας». Τὸ νὰ διασχίσεις τὸν Ἰορδάνη σήμαινε, γιὰ τὸν λαὸ τοῦ Ἰσραήλ, πὼς εἰσέρχεσαι στὴν ἐκπλήρωση τῶν ὑποσχέσεων τοῦ Κυρίου. Σήμαινε, ὅτι μπαίνεις στὴν «γῆ ποὺ ρέει γάλα καὶ μέλι», στὸν τόπο ὅπου ὁ Θεὸς θὰ κατοικήσει μὲ τὸν λαό Του παρέχοντάς του τὶς ἀτελεύτητες εὐλογίες τῆς παρουσίας Του.

Στὴν Καινὴ Διαθήκη ἡ διαπέραση τοῦ Ἰορδάνη σημαίνει εἴσοδο στὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἐμπειρία τῆς πληρότητας τῆς ζωῆς τοῦ μέλλοντος αἰῶνος. Τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ Μωϋσῆς δὲν εὐλογήθηκε νὰ διασχίσει τὸν Ἰορδάνη συμβολίζει ὅτι ὁ Νόμος μόνος του δὲν σώζει. «Οὐ δικαιωθήσεται ἐξ ἔργων νόμου πᾶσα σάρξ» (Γαλ. β΄ 16). Ἔπρεπε νὰ ἔλθει ὁ Σωτὴρ τοῦ κόσμου, ὁ Χριστός μας, ὁ ὁποῖος διὰ μέσου τοῦ Ἰορδάνου μπορεῖ νὰ εἰσάγει τοὺς πιστοὺς στὴν γῆ τῆς ἐπαγγελίας, στὴν Οὐράνια Βασιλεία, τονίζοντας ἔτσι τὴν λυτρωτικὴ ἐνέργεια τοῦ Ἰησοῦ, στὴν διαθήκη τῆς χάριτος.

Ὅταν μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Μωϋσέως ὁ Ἰησοῦς τοῦ Ναυῆ ἔφθασε στὸν Ἰορδάνη, τὰ ὕδατα σχίσθηκαν στὴν παρουσία τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ, μὲ τοὺς ἱερεῖς νὰ προπορεύονται βαστάζοντας στὰ χέρια τους τὴν Κιβωτὸ τῆς Διαθήκης. Ὅπως τὰ ὕδατα τῆς Ἐρυθρᾶς θαλάσσης σχίσθηκαν, γιὰ νὰ ἐπιτρέψουν στὸν λαὸ αὐτὸ νὰ διαβεῖ ὡς διὰ ξηρᾶς, κατὰ τὴν ἔξοδό του ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο ἐπιζητώντας τὴν «ἐν Θεῷ ἐλευθερία»καὶ σωτηρία του ἀπὸ τὰ φαραωνικὰ δεσμά, ἔτσι καὶ κατὰ τὴν εἴσοδό του στὴν γῆ τῆς ἐπαγγελίας ὁ Ἰορδάνης ποταμὸς σχίσθηκε, γιὰ νὰ διαβεῖ ὁ ταλαιπωρημένος λαὸς τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸν τόπο τοῦ τελικοῦ του προορισμοῦ. Μήπως καὶ γιὰ τὴν σωτηρία τὴν δική μας δὲν σχίσθηκαν τὰ Ἰορδάνεια ρεῖθρα, γιὰ νὰ περάσουμε στὴν Ἄνω Πόλη οἱ ταλαίπωροι ὁδοιπόροι αὐτῆς τῆς ζωῆς, οἱ ὁποῖοι μοναδικὴ βακτηρία ἔχουμε τὴν πίστη μας στὸν «ἐν Ἰορδάνῃ βαπτισθέντα Κύριο»;

Μετὰ τὴν διάβαση τοῦ Ἰορδάνου ὑπὸ τοῦ λαοῦ τοῦ Ἰσραὴλ τὸ ρεῦμα του ἐπανῆλθε στὴν κανονική του πορεία, «ὥρμησεν κατὰ χώραν καὶ ἐπορεύετο καθὰ ἐχθὲς καὶ τρίτην ἡμέραν δι’ ὅλης τῆς κρηπίδος» (Ἰησ. δ 18). Ὁ ποταμὸς Ἰορδάνης σχίσθηκε ἐπίσης κατὰ τὴν διέλευση τῶν προφητῶν Ἠλία καὶ Ἐλισσαίου, ὅπως ἀναφέρεται στὸ βιβλίο τῶν Βασιλειῶν, καὶ ἀκούγεται στὴν Ἀκολουθία τῶν Θεοφανείων: «Ἀμφότεροι ἔστησαν ἐπὶ τοῦ Ἰορδάνου. Καὶ ἔλαβεν Ἠλίας τὴν μηλωτὴν αὐτοῦ καὶ εἴλησε καὶ ἐπάταξε τὸ ὕδωρ καὶ διῃρέθη τὸ ὕδωρ ἔνθεν καὶ ἔνθεν καὶ διέβησαν ἀμφότεροι ἐν ἐρήμῳ» (Β’ Βασιλ. 2). Ἀπὸ αὐτὸν τὸν Ἰορδάνη ποταμὸ ἀνελήφθη στοὺς οὐρανοὺς ὁ προφήτης Ἠλίας, ὁ «ζῶν προφήτης», μὲ σκοπὸ νὰ ἐπιστρέψει ξανά, καθώς ὁ ἴδιος ὁ Κύριος εἶπε, γιὰ νὰ ἑτοιμάσει τὴν ὁδὸ γιὰ τὸν ἐρχομό Του: «Ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· Ἠλίας ἔρχεται πρῶτον καὶ ἀποκαταστήσει πάντα» (Ματθ. ιζ΄-11).

Στὸν Ἰορδάνη τέλος ποταμὸ καθαρίσθηκε ἀπὸ τὴν λέπρα του ὁ Νεεμὰν ὁ Σύρος, προεικονίζοντας τὸν καθαρισμὸ ὅλων μας ἀπὸ τὴν λέπρα τῆς ἁμαρτίας. Τὰ ὕδατα τοῦ Ἰορδάνου εἶχαν καθαριστικὲς ἰδιότητες, γιατὶ μὲ αὐτὰ ποτίσθηκε τὸ τρισύνθετο δένδρο, ἀπὸ τὸ ὁποῖο κατασκευάσθηκε ὁ Σταυρὸς τοῦ Κυρίου μας, πάνω στὸν ὁποῖο πλύθηκε ἡ ἁμαρτία τοῦ κόσμου.

Ἡ Ἱστορία τοῦ τρισύνθετου δένδρου ἔχει ὡς ἑξῆς:

Κάποια ἡμέρα παρουσιάσθηκε στὸν Λώτ, ποὺ εἶχε πέσει σὲ θανάσιμο ἁμάρτημα, ἕνας ἄγγελος καὶ τοῦ ἔδωσε τρία ραβδιά, τὸ καθένα ἀπὸ ἕνα εἶδος δέντρου, κέδρου, πεύκου καὶ κυπαρισσιοῦ. Τοῦ εἶπε νὰ τὰ φυτέψει καὶ νὰ φέρνει καθημερινὰ νερὸ ἀπὸ τὸν Ἰορδάνη, νὰ τὰ ποτίζει. Ἐὰν βλαστήσουν τοῦ εἶπε, θὰ σημαίνει πὼς ὁ Θεὸς δέχθηκε τὴν μετάνοιά σου, διαφορετικὰ θὰ εἶσαι κολασμένος γιὰ πάντα. Γεμάτος χαρὰ ὁ Λὼτ ἔκαμε, ὅπως τοῦ ὑπέδειξε ὁ ἄγγελος. Ἔφερνε νερὸ ἀπὸ τὸν Ἰορδάνη σὲ ἀπόσταση πορείας μιᾶς ἡμέρας, πολὺ κοπιαστική. 

Στὴν πορεία του αὐτὴ παρουσιαζόταν ὁ διάβολος, γιὰ νὰ τοῦ πάρει μὲ δόλιο τρόπο τὸ νερὸ καὶ νὰ μὴν βλαστήσουν τὰ ραβδιά. Μετασχηματιζόταν ἄλλοτε σὲ ταλαιπωρο διψασμένο ὁδοιπόρο, ἄλλοτε σὲ γέροντα ἀσθενῆ καὶ ἄλλοτε σὲ γυναίκα δυστυχισμένη καὶ τοῦ ἔπινε τὸ νερό. Γιὰ τὴν καλωσύνη του, ὅμως, τὸν λυπήθηκε ὁ Θεὸς καὶ μὲ μιὰ φορὰ ποὺ πότισε τὰ ραβδιά, αὐτὰ βλάστησαν καὶ ἑνώθηκαν στὸ τρισύνθετο δένδρο, ἀπὸ τὸ ὁποῖο κατασκευάσθηκε τὸ τίμιο ξύλο τοῦ Ζωοποιοῦ Σταυροῦ, τὸ Ξύλο τῆς σωτηρίας μας.

Στὴν ἐρωτηση ἐὰν μποροῦμε νὰ πλυθοῦμε σὲ ὁποιονδήποτε ποταμὸ καὶ νὰ καθαρισθοῦμε, ἡ ἀπάντηση τοῦ Θεοῦ εἶναι, ὄχι. Μόνο στὸν Ἰορδάνη, μὲ τὸ βάπτισμα τοῦ Χριστοῦ, καθαριζόμαστε ἀπὸ ὅλες μας τὶς ἁμαρτίες. Μόνο διὰ μέσου τοῦ Ἰορδάνου, ποὺ μεταφέρεται στὸ πετραχήλι τῶν ἐξομολόγων, εἰσερχόμαστε πεντακάθαροι στὴν χώρα τῶν ζώντων, στὴν γῆ τῆς ἐπαγγελίας τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Μόνο διὰ τῶν ἁγιασμένων ὑδάτων τοῦ Ἰορδάνη καὶ τῶν δακρύων τῆς μετανοίας μᾶς ἐξαγιάζει ὁ Θεὸς γιὰ πάντα.

Δρ Χαραλάμπης Μ. Μπούσιας,

Μέγας Ὑμνογράφος τῆς τῶν Ἀλεξανδρέων Ἐκκλησίας