ἡρωϊκὴ καὶ ἁγιοτόκος Λύση, ἡ πολύπαθη καί, δυστυχῶς, τώρα κατεχόμενη, σεμνύνεται γιὰ τὰ σπάργανα τοῦ Γέροντος Γαβριήλ, τοῦ ταπεινοῦ καὶ χαριτωμένου Γέροντος. Στὶς 12 Ἰανουαρίου τοῦ 1923 στὸ φτωχικὸ σπιτικὸ τοῦ Ζαχαριᾶ καὶ τῆς Χαραλαμποῦς Σιόκουρου ὁ καλὸς Θεὸς ἔστειλε μιὰ μεγάλη εὐλογία, ὄχι μόνο γιὰ τὸ σπιτικό τους, ἀλλὰ γιὰ ὅλη τὴν Ἐκκλησία τῆς Κύπρου καὶ ὄχι μόνον. Ἔστειλε τὸν Γέροντα Γαβριήλ, τὸ νεογνὸ τότε ἀγόρι, τὸ Γιωρκή, τὸν μετέπειτα πνευματικὸ καθοδηγητή, πατέρα εὐσυμπάθητο, φιλάνθρωπο καὶ Χριστοφίλητο Ἡγούμενο τῆς Μονῆς τοῦ Ἀποστόλου Βαρνάβα. 

Ἕνα ἀστέρι φωτεινὸ κατέβηκε τότε στὴν γῆ μας, γιὰ νὰ μᾶς φωτίσει τὰ βήματα καὶ ἀπὸ τὴν σκιὰ τῆς ἀγνωσίας καὶ ἁμαρτίας, νὰ μᾶς ὁδηγήσει στὸ φῶς τῆς ἐπιγνώσεως καὶ τῆς σωτηρίας. Ἕνα εὐωδιαστὸ κρίνο φύτρωσε στὴν αἱματοπότιστη γῆ τῆς Λύσης, τῆς πατρίδας τοῦ Γρηγόρη Αὐξεντίου καὶ τοῦ ὁσιωτάτου Γέρο-Παναῆ, γιὰ νὰ μᾶς διώξει τὴν δυσωδία τῶν θλίψεων, τῆς ἀπελπισίας, τῆς ἀκηδίας καὶ τῶν καθημερινῶν προβλημάτων καὶ νὰ μᾶς εὐφράνει μὲ τὶς εὐωδίες τῆς χαρᾶς, τῆς ἐλπίδος, τῆς φιλεργατικότητος καὶ τῆς ἀναψυχῆς, ποὺ αὐτὸ ἀνέδιδε μὲ τὴν εὐλογία καὶ τὴν χάρη τοῦ Παραδείσου.


Στὶς 12 Ἰανουαρίου τοῦ 1923 ἡ Κυπριακὴ Ἐκκλησία δέχθηκε τὸ δῶρο τοῦ οὐρανοῦ, τὸ δῶρο ποὺ ἔστειλε ὁ Κύριος γιὰ νὰ μᾶς πλουτίσει, τοὺς φτωχοὺς σὲ ἁγιότητα, καλωσύνη, σεμνότητα, εὐσέβεια, δικαιοσύνη καὶ καλὰ ἔργα καὶ νὰ αὐξήσει τοὺς πολίτες τῆς οὐράνιας Βασιλείας. Ἦταν τότε ποὺ ὁ εὔσπλαγχνος Κύριός μας βλέποντας τὴν ἀδυναμία μας νὰ πορευθοῦμε σωστὰ στὸν δρόμο τῆς ζωῆς μας, μᾶς ἔστειλε ἀπλανέστατο καθοδηγητὴ καὶ σταθερὸ χειραγωγό, γιὰ νὰ μᾶς ὁδηγήσει πρὸς τὴν ἀλήθεια, δηλαδὴ κοντά Του, ἀφοῦ Ἐκεῖνος εἶναι ἡ Ὁδὸς καὶ ἡ Ἀλήθεια καὶ ἡ Ζωή.


Πῶς εἶναι ὁ Παράδεισος;

Τὸ κελλάκι τοῦ Γέροντα ἦταν πάντα ἀνοικτὸ σὲ ὅλα του τὰ πνευματικοπαίδια, σὲ ὅλον τὸν κόσμο ποῦ διψοῦσε γιὰ ἀγάπη, γιὰ λόγο Θεοῦ, γιὰ ζωντανὴ ἁγιότητα, γιὰ κάλυψη ἀναγκῶν βιοτικῶν. Ὁ Γέροντας Γαβριήλ, πάντοτε γελαστὸς παρὰ τὰ ἑκάστοτε προβλήματα ποὺ ἀντιμετώπιζε, ἀκολουθώντας τὴν παρότρυνση τοῦ Ἀποστόλου Παύλου «εὐχάριστοι γίνεσθε» (Κολ. γ΄ 15), ἀναπαυόταν νὰ συναναστρέφεται μαζί τους καὶ νὰ τὰ νουθετεῖ. Δὲν τὸν εἴδαμε ποτὲ κουρασμένο καὶ πάντοτε μᾶς ἔλεγε τὴν ἀλησμόνητη ρήση του: «Ἡ ἀγάπη ἔξω βάλλει τὸν κόπον».

 Κάποτε τὸν ἐρώτησα. Γέροντα πῶς θὰ εἶναι στὸν Παράδεισο; Καὶ Ἐκεῖνος μὲ ἕνα πλατὺ χαμόγελο μοῦ ἀπάντησε. Ὅπως εἴμαστε ἐδῶ μαζεμένοι ὅλοι μαζὶ στὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ. Δὲν λέει ἡ Γραφή «Ὅπου εἰσιν δύο ἢ τρεῖς συνηγμένοι εἰς τὸ ἐμὸν ὄνομα ἐκεῖ εἰμι κἀγὼ ἐν μάσῳ αὐτῶν». Ἡ χαρὰ τῆς πνευματικῆς μας ἐπικοινωνίας προεικονίζει τὸν Παράδεισο. Ἡ σύναξή μας εἶναι προοίμιο τῆς Παραδείσιας χαρᾶς καὶ εὐτυχίας.


Δρ Χαραλάμπης Μ. Μπούσιας,
Μέγας Ὑμνογράφος τῆς τῶν Ἀλεξανδρέων Ἐκκλησίας