Στις 7 Ιανουαρίου 2018 εκοιμήθη ο Αρχιμ. Πλακίδας Ντεσέιγ, σε ηλικία 91 ετών. Ο π. Πλακίδας γεννήθηκε στις 16 Απριλίου 1927. Έγινε μοναχός της σιστερσιανής Μονής Μπελλφονταίν το 1942 στην ηλικία των δεκαέξι ετών. Με φίλους μοναχούς ίδρυσε το 1966 ένα μοναστήρι βυζαντινού τυπικού στην Aubazine στο Correze. Γνώρισε τους καθηγητές του Αγίου Σεργίου στο Παρίσι ανακαλύπτοντας σιγά σιγά την αληθινή Εκκλησία στην Ορθοδοξία.
Αρχικά με άλλους συμμοναστές του, αποχωρίσθηκαν από το μοναστήρι τους και δημιούργησαν μια νέα μοναστική κοινότητα στην Κεντρική Γαλλία, τηρώντας το Ορθόδοξο τυπικό των ακολουθιών, παραμένοντας ωστόσο στην Καθολική Εκκλησία. Παρόλα αυτά δεν ήταν ικανοποιημένοι σε αυτό τον τρόπο ζωής και μετά από συνάντηση με τον Καθηγούμενο της Σιμωνόπετρας Γέροντα Αιμιλιανό οι τρεις πατέρες έγιναν δεκτοί στην Εκκλησία στις 19 Ιουνίου το 1977, και στις 26 Φεβρουαρίου του 1978 έγιναν μοναχοί της Μονής Σίμωνος Πέτρας. Ο Γέροντας Αιμιλανός έκρινε ότι θα ήταν καλύτερο να επιστρέψουν στην πατρίδα τους και να ιδρύσουν ένα μοναστήρι στην Γαλλία, όπου θα μπορούσαν να βοηθήσουν άλλους ομοεθνείς τους, που έψαχναν για την Ορθοδοξία.
Αφού έλαβαν το μοναχικό σχήμα και την χειροτονία τους στο Άγιον Όρος εγκαταστάθηκαν, όχι χωρίς δυσκολίες, στη ΝΔ Γαλλία, στις Γαλλικές Άλπεις, σε πολύ δύσκολες συνθήκες διαβίωσης, και ίδρυσαν το πρώτο εκκλησάκι του Μεγάλου Αντωνίου και την πρώτη μοναστική κοινότητα με επικεφαλής τον π. Πλακίδα.
Το Μετόχι του Αγίου Αντωνίου και η αύξηση των νέων Ορθοδόξων πιστών, έδειξε την ανάγκη ανέγερσης μεγαλυτέρου ναού. Ο π. Πλακίδας κατάφερε να κτίσει ένα ναό σε βυζαντινό ρυθμό, αφιερωμένο στη μνήμη του αγίου Σιλουανού του Αθωνίτου, και αποτελεί πόλο έλξεως, αλλά και κατηχήσεως, μεγάλου αριθμού επισκεπτών. Οι ακολουθίες γίνονται στη γαλλική γλώσσα, με ικανοποιητική προσαρμογή της βυζαντινής μουσικής, αλλά κατά καιρούς τελούνται και στην ελληνική. Αργότερα γεννήθηκε το μοναστήρι της Αγίας Σκέπης, που θα γίνει γνωστό ως το μοναστήρι του Σολάν.
Ο π. Πλακίδας δίδαξε πατερική θεολογία στο Ινστιτούτο του Αγίου Σεργίου στο Παρίσι. Είναι επίσης ιδρυτής της συλλογής «Ορθόδοξη Πνευματικότης» των εκδόσεων της Μονής Bellefontaine. Είναι συγγραφέας πολλών βιβλίων για την ιστορία του μοναχισμού και της ορθόδοξης πνευματικότητας.
Ο διάβολος φαίνεται ελκυστικός
Μιλώντας σε Έλληνες επισκέπτες του, ο π. Πλακίδας, είπε και τα εξής: «Η συντριπτική πλειοψηφία των σημερινών ανθρώπων βρίσκονται πρόθυμοι προσκυνητές κάτω από την δαιμονική επιρροή που ασκεί ο διάβολος. Ο οποίος, ας μην απορούμε, παρουσιάζεται συμπαθητικός, ευγενικός, ελκυστικός, προνοητικός, ευχάριστος, έτοιμος να σε συμπαρασύρει σε όλα τα μονοπάτια της εύκολης και τρυφηλής ζωής! Σε αντίθεση με αυτό που συμβαίνει στη ζωή του πιστού, που δεν πρέπει να ξεχνά σ’ όλη την επίγεια ζωή του ότι κανένας και ποτέ δεν ανέβηκε στον Ουρανό με την άνεσή του»!!
«Συζητώντας με τους μεγαλύτερους γάλλους καθολικούς θεολόγους εκείνης της εποχής, στο μοναστήρι μας, συμφωνούσαμε και μας ενεθάρρυναν στο εξής πνεύμα: αυτό που θα βοηθούσε πραγματικά την Καθολική εκκλησία να αναζωογονηθεί ήταν να έρθει πιο κοντά στις ορθόδοξες ρίζες της. Γι αυτό και φτάσαμε στο συμπέρασμα ότι πρέπει να γίνουμε ορθόδοξοι. Γιατί δεν ήταν δυνατόν να προσπαθούμε να ζούμε ανάλογα με την αυθεντική ορθόδοξη παράδοση, όπως προσπαθούσαμε, χωρίς να ενταχθούμε τελικά μέσα στην ορθόδοξη εκκλησία».
Τα νεανικά χρόνια
«Με απεριόριστη ευγνωμοσύνη στρέφω τη σκέψη μου σε όλους εκείνους που συντέλεσαν στην ανθρώπινη και πνευματική μου ανατροφή. Διαπαιδαγωγήθηκα στους κόλπους της οικογένειάς μου, στη σχολή της μεγάλης λειτουργικής και πατερικής παραδόσεως της Εκκλησίας. Η γιαγιά μου και δυο θείες μου, εμπνευσμένες από μια ρωμαλέα πίστη και μια βαθιά ευσέβεια, απεχθάνονταν κάθε συναισθηματική θρησκευτικότητα και μπόρεσαν να μου μεταδώσουν πολύ νωρίς την αίσθηση και τη γεύση των θησαυρών της Παραδόσεως.
Θα ήμουν δώδεκα χρόνων, όταν διάβασα σ’ ένα παλιό περιοδικό ένα άρθρο για τα μοναστήρια των Μετεώρων στη Θεσσαλία. Η ανάγνωση αυτή μου έκανε βαθιά εντύπωση και διαισθάνθηκα πως στους τόπους αυτούς υπήρχε μια παράδοση ακόμη πιο σεβάσμια, ακόμη πιο αυθεντική από εκείνη των συγχρόνων μεγάλων αββαείων των Βενεδικτίνων, για τα οποία μου μιλούσε η γιαγιά μου. Θα προτιμούσα να ήμουν μοναχός στο Μεγάλο Μετέωρο, όμως η σκέψη αυτή αποτελούσε προφανώς μια ευχή, που δεν ήταν πραγματοποιήσιμη. Ονειρευόμουν ένα άλλο μέλλον.
Στο ορθόδοξο ινστιτούτο του Αγίου Σεργίου
Το 1952 χειροτονήθηκα ιερεύς. Λίγο μετά, διορίστηκα καθηγητής της δογματικής θεολογίας και, λίγο αργότερα, μου ανατέθηκε ταυτόχρονα η πνευματική μόρφωση των νέων μοναχών του μοναστηριού. Ενδιαφερόμενος να δώσω μια θεολογική διδασκαλία σύμφωνα με το πνεύμα των Πατέρων, επωφελήθηκα από μερικά ταξίδια στο Παρίσι για να συναντήσω τον π. Κυπριανό Κern, καθηγητή της Πατρολογίας στο Ινστιτούτο «Άγιος Σέργιος», και τον Βλαδίμηρο Lossky, του οποίου η «Μυστική θεολογία της Ανατολικής Εκκλησίας» με είχε ενθουσιάσει (παρά τις σαφείς επιφυλάξεις του εξαίρετου Ιησουΐτη μοναχού, που είχε την... απερισκεψία να μου δανείσει το εκρηκτικό αυτό βιβλίο!). Ο Lossky δυστυχώς πέθαινε λίγο καιρό μετά τη συνάντησή μας.
Ο π. Κυπριανός με μύησε στη διδασκαλία του Αγίου Γρηγορίου Νύσσης, του Αγίου Μαξίμου του Ομολογητού, του Αγίου Γρηγορίου Παλαμά. Μου απέδειξε πως η χριστολογία της Συνόδου της Χαλκηδόνας και η παλαμική διδασκαλία για τις θείες ενέργειες είναι το κλειδί της ορθόδοξης κατανοήσεως της Εκκλησίας, του ανθρώπου και του κόσμου. Ωστόσο, ο π. Κυπριανός, πολύ διακριτικός και σεβόμενος τη συνείδηση του άλλου, ποτέ δεν με παρακίνησε να εισέλθω στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Άλλωστε, την εποχή εκείνη ούτε καν το είχα σκεφθεί. Το ότι ανήκα στην Καθολική Εκκλησία μου φαινόταν πως είναι αυτονόητο και ότι δεν μπορεί να τεθεί υπό αμφισβήτηση. Το ενδιαφέρον μου ήταν να βρω στην ορθόδοξη παράδοση κάτι που θα μπορούσε να με βοηθήσει, ώστε να κατανοήσω καλύτερα το νόημα της δικής μου παράδοσης.
Προσεγγίζοντας την Ορθοδοξία
Κατά τη διάρκεια των ετών 1962-1965 οι τάσεις που προανέφερα, άρχισαν να βεβαιώνονται. Γινόταν φανερό πως δεν μπορούσα να συνεχίσω να σκέπτομαι και να ζω σύμφωνα με τις αρχές που μου φαίνονταν αληθινές, χωρίς να δημιουργώ ένταση και στείρες συγκρούσεις ακόμη και στους κόλπους του μοναστηριού. Ωστόσο, διατηρούσα τη βεβαιότητα ότι το πλήρωμα της αλήθειας ήταν από την πλευρά των Πατέρων, της αρχαίας Εκκλησίας, αυτής της Ορθοδοξίας που αγαπούσα, χωρίς ακόμη να καταλαβαίνω ότι αυτή θα μπορούσε να είναι, δίχως επιφυλάξεις και όρους, η Εκκλησία.
Στην πεποίθηση ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι η Εκκλησία του Χριστού στο πλήρωμά της και η Καθολική Εκκλησία ένα μέλος της χωρισμένο, έφτασα πολύ προοδευτικά.
Προς το τέλος του 1976, είχε επικρατήσει η βεβαιότητα στους αδελφούς μου του Aubazine και σε μένα ότι δεν μπορούσαμε πια να διστάζουμε. Οφείλαμε να σκεφτούμε για την είσοδο μας στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Παρουσιάζονταν εμπόδια. Ήμασταν αρκετά γνωστοί στον καθολικό κόσμο. Το μοναστήρι μας εξασκούσε μια περιορισμένη αλλά πραγματική ακτινοβολία.
Ωστόσο, πώς να παραμείνουμε πιστά μέλη της Καθολικής Εκκλησίας και επομένως να συνεχίσουμε να ομολογούμε εξωτερικά όλα τα δόγματά της, όταν εμείς είχαμε την πεποίθηση πως μερικά από τα δόγματα αυτά απομακρύνονταν από την Παράδοση της Εκκλησίας; Πώς να συνεχίσουμε να συμμετέχουμε στην ίδια ευχαριστία, όταν εμείς είχαμε συνείδηση ότι διαφέραμε στην πίστη; Πώς να παραμείνουμε μακριά από την ορθόδοξη Εκκλησία, έξω από την οποία ασφαλώς δεν θα ήταν δυνατό να υπάρξει σωτηρία και πνευματική ζωή για κείνους οι οποίοι, έχοντάς την αναγνωρίσει ως την Εκκλησία του Χριστού, θα αρνούνταν να εισέλθουν σ’ αυτήν για καθαρά ανθρώπινους λόγους;
Μια σειρά από περιστάσεις, στις οποίες θα μας ήταν δύσκολο να μη δούμε το χέρι του Θεού, μας άνοιξε τις πόρτες της μονής Σίμωνος Πέτρας του Αγίου Όρους.
Στο Άγιο Όρος
Μετά από λίγο καιρό φύγαμε για το Άγιο Όρος. Η δυνατότητα να λάβουμε σ’ ένα μοναστήρι μια σοβαρή μύηση σ’ αυτό το είδος ζωής αποτελούσε μια ανεκτίμητη χάρη. Η μονή Σίμωνος Πέτρας ήταν πολύ γνωστή, τόσο για την πνευματική προσωπικότητα του ηγουμένου της, όσο και για τη ζωντάνια και το πνευματικό σφρίγος της αδελφότητας της. Η πρώτη παραμονή μας στον Άθωνα πραγματοποιήθηκε την άνοιξη του 1971.
Γίναμε δεκτοί στην Ορθόδοξη Εκκλησία στις 19 Ιουνίου 1977. Λίγους μήνες αργότερα - στις 26 Φεβρουαρίου 1978 - γινόμασταν μοναχοί της Σιμωνόπετρας. Παράλληλα είχαμε πει στον ηγούμενό μας ότι ήμασταν διατεθειμένοι να μείνουμε στο Άγιο Όρος ή να γυρίσουμε στη Γαλλία, έχοντας εμπιστοσύνη στην απόφασή του.
Έκρινε προτιμότερο να εγκατασταθούμε στη Γαλλία. Έτσι δημιουργήθηκαν δυο μετόχια της μονής Σίμωνος Πέτρας, το ένα στο Martel πάνω στο αργιλώδες οροπέδιο του Quercy και το άλλο στο Dauphine μέσα στη βαθιά κοιλάδα του Vercors.
Λόγω του μετοχιακού καθεστώτος τους, τα δυο αυτά μοναστήρια εξαρτώνται απευθείας από τη μονή Σίμωνος Πέτρας, η οποία, όπως όλα τα αγιορείτικα μοναστήρια, υπάγεται στο Οικουμενικό Πατριαρχείο. Η ενδεχόμενη εξωτερική δραστηριότητα των μοναχών ασκείται στα πλαίσια της ελληνικής ορθόδοξης Μητροπόλεως της Γαλλίας, με την ευλογία του Σεβασμ. Μελετίου, με τον οποίο διατηρούμε στενές και πολύ θερμές σχέσεις.»
Η χάρη όσων μεταστρέφονται
Είναι αλήθεια ότι οι ορθόδοξοι, όταν ακούμε για μεταστροφές στην Ορθοδοξία, ενθουσιαζόμαστε. Γιατί άραγε; Επειδή χαιρόμαστε που κάποιοι συνάνθρωποί μας ανακάλυψαν την Αλήθεια ή μήπως η χαρά μας είναι εγωιστική, αφού «νά και άλλοι γίνονται σαν εμάς»; Είναι, όμως, πραγματικά χρήσιμο να επιδιώξουμε τον ενθουσιασμό των ανθρώπων που γνωρίζουν την αληθινή πίστη και μεταστρέφονται στην Ορθοδοξία.
Αυτοί, σαν τον άσωτο υιό της παραβολής, επιστρέφουν στην αληθινή εκκλησία και βιώνουν έναν πρωτόγνωρο έρωτα για τον Θεό. Είναι αυτή η χαρά που ένιωσε και ο Άσωτος όταν έγινε δεκτός από τον πατέρα του και γιόρτασαν από κοινού με το σιτευτό μοσχάρι. Οι Ορθόδοξοι, ευτυχώς, δεν νιώθουμε ζήλια -όπως ο πρεσβύτερος υιός- που ο Θεός δίνει απλόχερα τη χάρη του σε όσους μεταστρέφονται. Οι τελευταίοι έχουν τη χάρη και οφείλουν να τη διατηρήσουν και να την αυξήσουν.
Εμείς, που συχνά ζούμε μια τυπική θρησκευτική ζωή, ας αναζητήσουμε αυτή τη χάρη κι αυτόν τον ενθουσιασμό των μεταστραφέντων. Η φωτιά της πίστης στην καρδιά μας είναι συχνά μισοσβησμένη. Ας κάνουμε ό,τι είναι δυνατόν για να την ανάψουμε για τα καλά. Ας ζητήσουμε γι’ αυτό και τις ευχές του π. Πλακίδα.
Σοφία Χατζή
Δημοσιεύθηκε στην Ορθόδοξη Αλήθεια