ΜΗΝΥΜΑ ΤΟΥ ΜΑΚΑΡΙΩΤΑΤΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΑΘΗΝΩΝ ΚΑΙ ΠΑΣΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ κ.
κ. ΙΕΡΩΝΥΜΟΥ Β'
ΔΙΑ ΤΟ ΑΓΙΟΝ ΠΑΣΧΑ 2018
Αγαπητοί μου πατέρες και αδελφοί,
«Χριστός Ανέστη εκ νεκρών θανάτω θάνατον
πατήσας»!
Ο θάνατος είναι το μοναδικό πρόβλημα
της ανθρώπινης ύπαρξης. Πλέον «βασιλεύει αλλ' ουκ αιωνίζει» (γ' τροπάριο στ'
ωδής του "Όρθρου του Μ. Σαββάτου).
Κάθε τι που έχει αρχή, το ονομάζουμε
δημιούργημα. Κάθε δημιούργημα απειλείται από τον θάνατο. Σύμφωνα με την
διδασκαλία της Εκκλησίας, μόνο η ελεύθερη ένωση του ανθρώπου με τον Υιό και
Λόγο του Θεού θα μπορούσε να διατηρεί τον άνθρωπο-δημιούργημα στη ζωή.
Ο Αδάμ αποφάσισε να υπερβεί την απειλή
του θανάτου, όχι διά της ενώσεώς του με τον Θεό, αλλά διά μιάς στροφής πρός τις
δυνάμεις της φύσεώς του. Η ανθρώπινη φύση όμως, ως κτίσμα δεν είχε τέτοιες
δυνατότητες.
Αυτό είχε ως αποτέλεσμα, όχι μόνον ο
άνθρωπος να στερηθεί της όντως ζωής και να εκπέσει σε επίπεδο επιβίωσης, αλλά
και η ίδια η ανθρώπινη φύση να αποσυντίθεται.
Επειδή η αποσύνθεση της ανθρώπινης
φύσεως είναι η πιό απτή εμφάνιση του θανάτου, μονομερώς ο θάνατος ταυτίζεται με
τον λεγόμενο βιολογικό θάνατο και αποσιωπάται ότι η αιτία του θανάτου, το
κεντρί του, είναι η αμαρτία, η οποία βεβαίως συμπίπτει με την αυτοαναφορικότητα
του ανθρώπου.
Δέν κομίζω γλαύκας στήν «περιώνυμον»
Πόλη μας, εάν σας υπενθυμίσω: ότι «ο Θεός θάνατον ουκ εποίησεν» (Σοφία
Σολομώντος 1, 13). Αίτιος του θανάτου είναι ο ίδιος ο άνθρωπος, ο οποίος χάρη
στην ελευθερία του εστράφη πρός τον εαυτό του και τα κτίσματα προκειμένου να
αντλήσει τήν όντως ζωή.
Αυτή η στροφή είναι πρωταρχικά ένας
χωρισμός, μία κρίση η οποία αποσυντόνισε την σχέση του με τον Θεό, τον
συνάνθρωπο και το περιβάλλον και που αργότερα επέφερε και
τον βιολογικό θάνατο.
Αυτός ο πνευματικός θάνατος εκδηλώνεται
μέχρι σήμερα με ατέρμονες συγκρούσεις, δολοπλοκίες και ολέθριους πολέμους, βία
και εκδικητικότητα μεταξύ φυλών, εθνών, κρατών, μελών κοινωνιών και
οικογενειών, με αντικείμενο δήθεν το μοίρασμα του πλούτου, της ιδιοκτησίας των
εκτάσεων της γης και της εξουσίας, αυτών που και εμείς σήμερα
είμαστε μάρτυρες.
Η Ανάσταση του Χριστού δέν είναι
αποτέλεσμα μιάς απρόσωπης θεϊκής ουσίας, αλλά το αποτέλεσμα της απόλυτης
αλληλοπεριχωρήσεως των Τριών Προσώπων της Αγίας Τριάδος. Ο Θεάνθρωπος είναι το
τέλειο πρότυπο της αδιάλειπτης κινήσεως, πέρα από τον εαυτό Του, πρός τόν
Θεό-Πατέρα. Αναρίθμητα τα χωρία στην Καινή Διαθήκη που μας το επιβεβαιώνουν: Ο
λαλώ περί εαυτού (Ιω. ζ' 14) κ.λπ.
Ο «πρωτότοκος πάσης κτίσεως» (Κολ. 1,
15), το «σεσιγημένον μυστήριον» (Ρωμ. 14, 24), ο Υιός και Λόγος του Θεού-Πατέρα,
ανέλαβε εκουσίως να φέρει εις πέρας ό,τι ο πρώτος Αδάμ αρνήθηκε την ένωση του
ανθρώπου με τον Θεό στο πρόσωπό Του εν Αγίω Πνεύματι.
Ο κόσμος και οι δαιμονικές δυνάμεις Τόν
οδήγησαν στο πάθος και τον σταυρικό θάνατο. Και εκεί που όλα έδειχναν τακτοποιημένα
και ασφαλισμένα, τα δεσμά του θανάτου και οι πυλωροί του Μνήματος κατέρρευσαν
και η Ζωή, ο Χριστός, εκ του τάφου ανέτειλε διά του Αγίου Πνεύματος. Αυτό
απελευθερώνει τον Χριστό από τα δεσμά της ιστορίας, της φθοράς και του θανάτου
και διά του Θεανθρώπου, το Άγιο Πνεύμα περνά πλέον στην ανθρώπινη φύση και στην
ιστορία.
Ο αναστημένος Χριστός προσφέρει στον
άνθρωπο την επανόρθωση της ανθρώπινης φύσεως, όχι απλώς στην αρχική της
κατάσταση, αλλά στην τελική της, στην εσχατολογική της εκδοχή. Στη Δευτέρα
Παρουσία υποχρεωτικά θα αναστηθούν όλοι οι άνθρωποι με τα σώματά τους, δίκαιοι
και αμαρτωλοί. Σημειώνει χαρακτηριστικά ο άγιος Νικόλαος ο Καβάσιλας: «... όπως
μας έπλασε χωρίς να το θέλουμε, έτσι μας αναπλάθει χωρίς να συνεισφέρουμε κάτι
...» (Περί της εν Χριστώ ζωής, Λόγος Β', ΕΠΕ, σ. 344). Δέν θα υπάρχει τότε
βιολογικός θάνατος.
Επιπλέον μάς προσφέρει προαιρετικά μιά
νέα, καινή ζωή η οποία συμπίπτει με ένα πλέγμα σχέσεων, μιά Κοινότητα, δηλαδή
την Εκκλησία εντός της οποίας, κατά τον λόγον Του, θα είναι Παρών και θα
μπορούμε να τρώμε και να πίνουμε το Σώμα και το Αίμα Του: «ού γάρ εισι δύο ή
τρείς συνηγμένοι εις το εμόν όνομα, εκεί είμι εν μέσω αυτών» (Ματθ. ιη' 20).
Η Εκκλησία είναι η κοινότητα, που
αναγνωρίζει ότι η ζωή δεν προέρχεται από τον ίδιο τον άνθρωπο, αλλά από τον
ίδιο τον Θεάνθρωπο. Είναι η κοινότητα της αναφορικότητας, της
αλληλοπεριχωρήσεως. Στο Πρόσωπο του αναστημένου Χριστού ή διαφορά δέν βιώνεται
ως διαίρεση, αλλά ως εμπλουτισμός και προϋπόθεση της κοινωνίας.
Δεύτε «αριστήσατε» σε αυτόν τον νέο
τρόπο ζωής, της Αγάπης και της Ελευθερίας. Η Αγάπη νίκησε τον θάνατον. Η πίστη
στην Ανάσταση μάς φέρνει πιο κοντά στην προοπτική μας, μας ξανοίγει σε θεϊκές
δυνατότητες, ώστε όπως μας λέγει ο ποιητής, η Ανάσταση κάνει: «βουνά (νά)
σηκώνουν οι λαοί στόν ώμο τους ...» (Οδ. Ελύτη, Το "Άξιον Εστί, εκδ.
"Ίκαρος, Αθήνα 1959).
Χριστός Ανέστη! 'Αληθώς Ανέστη!
Ο ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ