Κύριε, ὅταν ἦλθε τὸ πλήρωμα τῶν αἰώνων καὶ
βρέθηκε τὸ σκεῦος τῆς ἐκλογῆς Σου, ἡ ἀειπάρθενος κόρη, ἡ Παναγία μας, σαρκώθηκες
καὶ ἔγινες, ὁ τέλειος Θεός, τέλειος ἄνθρωπος. Ἦλθες στὴ γῆ, γιὰ νὰ μᾶς ἀνυψώσεις
ὅλους στὸν οὐρανό. Ἔγινες ἄνθρωπος γιὰ νὰ μᾶς κάνεις θεούς. Τί μεγάλη τιμὴ γιὰ ὅλους
μας, γιὰ ὅλο τὸ ἀνθρώπινο γένος, αὐτὸ ποὺ ἐξέπεσε ἀπὸ τὸν Παράδεισο γιὰ τὴν ἐφήμερη
ἁμαρτία!
Κύριε, τὸν ἐρχομό Σου
στὴ γῆ Ἄγγελοι συνόδευσαν δοξολογοῦντες καὶ ψάλλοντες: «Καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη». Στὸν
ταραγμένο κόσμο ἦλθες Ἐσύ, Κύριε, ὁ εἰρήναρχος Θεός, γιὰ νὰ μᾶς φέρεις τὴν εἰρήνη.
Ἦλθες γιὰ νὰ μᾶς σταματήσεις τοὺς πολέμους καὶ νὰ ἐξαπλώσεις τὴν εἰρήνη σὲ ὅλη
τὴ γῆ. Ἦλθες γιὰ νὰ γαληνέψεις τὶς ἀγριεμένες ψυχές μας, νὰ τὶς μαλακώσεις, νὰ εἰρηνεύσεις
τὶς οἰκογένειες μας, τὶς ἀνθρώπινες κοινωνίες μας. Σκοπὸς καὶ πόθος Σου ἦταν καὶ
εἶναι μέσα στὸ πέρασμα τῶν αἰώνων ἡ ἐξάπλωση τῆς εἰρήνης Σου παντοῦ, ἀφοῦ,
δυστυχῶς, ἡ γῆ μας μαστίζεται, τὸ γνωρίζεις καλὰ καὶ κλαῖς, ἀπὸ πολέμους, ἀτέλειωτες
συρράξεις μὲ ἑκατόμβες νεκρῶν καὶ πολὺ περισσότερους περίλυπους συγγενεῖς, ἀδελφούς,
φίλους, ὀρφανὰ καὶ χῆρες.
Κύριε, ἡ
εἰρήνη ἀποτελεῖ τὸ κύριο γνώρισμα τῆς θεότητός Σου, γι’ αὐτὸ καὶ Σὲ ὀνομάζουμε «Θεόν
τῆς εἰρήνης» (Β΄ Κορ. ιγ΄ 11). Σκοπὸς τῆς ἐνανθρωπήσεώς Σου
ἦταν νὰ ἐπιφέρεις τὴν εἰρήνη μεταξὺ τοῦ Θεοῦ
Πατρός Σου καὶ ὅλων μας, ὅλων τῶν ἀνθρώπων, εἰρήνη ἡ ὁποία εἶχε διαταραχθεῖ ἀπὸ
τὸ προπατορικὸ ἀμάρτημα καὶ ἀπὸ τὶς μετέπειτα ἁμαρτίες μας. Ἤθελες νὰ
σταματήσουν οἱ πόλεμοι καὶ νὰ ἐπικρατήσει εἰρήνη ἐδῶ στὸν κόσμο, γι’ αὐτὸ καὶ μόλις
ἐμφανίσθηκες ἀναστημένος στοὺς μαθητές Σου, ὁ πρῶτος λόγος Σου ἦταν· «Εἰρήνη
ὑμῖν» (Ἰωάν. κ΄19).
Κύριε, ἡ εἰρήνη Σου, ἡ
«πάντα νοῦν ὑπερέχουσα» χαρακτηρίζεται
καὶ εἶναι καρπὸς τοῦ Ἁγίου Σου Πνεύματος: «Ὁ
καρπὸς τοῦ Πνεύματος ἐστὶν ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη..» (Γαλ. ε΄22). Ἔτσι, αὐτοὶ ποὺ δὲν
γαληνεύουν τὶς ψυχὲς καὶ προκαλοῦν σχίσματα καὶ προστριβὲς δὲν εἶναι εἰρηνοποιοί,
δὲν εἶναι δικά Σου παιδιά. Σὲ αὐτῶν τὶς καρδιὲς δὲν ἔχεις γεννηθεῖ, ἔτσι, αὐτοὶ
εἶναι ζηλόφθονοι, ἐριστικοί, ἀκατάστατοι καὶ ἂς νομίζουν ὅτι εἶναι
γραμματιζούμενοι καὶ μεγάλοι, ἀφοῦ ἀρέσκονται ὄχι στὴν ὡραιότητα τῆς
συμπεριφορᾶς, ἀλλὰ στὴ φαυλότητα, γιὰ νὰ θυμηθοῦμε τὸν Ἅγιο Ἰακωβο τὸν
Ἀδελφόθεο ποὺ λέει: «Ὅπου ζῆλος καὶ ἐριθεία, ἐκεῖ ἀκαταστασία καὶ πᾶν φαῦλον
πρᾶγμα. Ἡ δὲ ἄνωθεν σοφία πρῶτον μὲν ἀγνή ἐστιν, ἔπειτα δὲ εἰρηνική…» (Ἰακ. γ΄
16).
Κύριε, ἐὰν
μετρηθοῦμε ὅλοι μας μὲ τὸ μέτρο τοῦ Εὐαγγελίου Σου ἐλάχιστοι θὰ βρεθοῦμε νὰ Σὲ
ἀγαποῦμε πραγματικά. Δυστυχῶς τηροῦμε τοὺς τύπους, πολλὲς φορὲς ἀσυνείδητα, μὲ
ἐκκλησιασμὸ καὶ μὲ ἐλεημοσύνες ἀπὸ τὸ περίσσευμά μας, ἀλλὰ ἡ διαίρεση, τὸ
σχίσμα, ἡ φατρία ὀργιάζει στὴν καθημερινότητά μας. Η εἰρήνη Σου δὲν μᾶς
ἀγγίζει.
Κύριε, οἱ Ἅγιοι Ἄγγελοι κατὰ τὴ γέννησή Σου
πρῶτα τόνισαν τὴ δοξολογία τοῦ Θεοῦ Πατρός Σου καὶ ὕστερα τὴν εἰρήνη στὸν
κόσμο. «Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη, ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία» (Λουκ.
β΄ 14). Ἐκεῖνοι πού δέν Σὲ δοξάζουν μὲ πίστη καὶ προσευχή, ἔχουν διαρκεῖς
πτώσεις στὴ ζωή τους καὶ ὡς ἐκ τούτου δὲν μποροῦν νὰ ἔχουν εἰρήνη στὴν ψυχή.
Ταραγμένη ψυχὴ πῶς μπορεῖ νὰ ἔχει χαρὰ καὶ νὰ προάγει τὴν εἰρήνη στὸν κόσμο; Ὁ
λόγος τοῦ Ἀποστόλου Σου Παύλου «Αὐτός γάρ ἐστιν ἡ εἰρήνη ἡμῶν» (Ἐφ. β΄ 14) μᾶς
βεβαιώνει ὅτι ὅλο τὸ Εὐαγγέλιο Σου στὴν οὐσία εἶναι ἡ μόνη στὸν κόσμο ὑπάρχουσα
Ἐπιστήμη περὶ τῆς Εἰρήνης καὶ ἡ ἀπόλυτη ἐφαρμογή του εἶναι ἡ ἀπόλυτη εἰρήνη.
Κύριε, τὰ ἀνδρόγυνα εἰρηνεύουν ὅταν
ἐφαρμόζουν τὸ νόμο τοῦ Εὐαγγελίου Σου, τοῦ Εὐαγγελίου τῆς ἀγάπης. Στὴν οἰκογένεια ὅπου δοξάζεται τὸ ὄνομά Σου
κυριαρχεῖ ἡ τιμιότητα καὶ ἡ εἰρήνη εἶναι διάχυτη παντοῦ. Ὅπως ἡ ζέστη εἶναι
συνέπεια τῆς φωτιᾶς, ἔτσι, καὶ ἡ εἰρήνη εἶναι συνέπεια τῆς ἐνθρονίσεώς Σου στὶς
καρδιές μας, Σοῦ τοῦ Εἰρηνάρχου Θεοῦ μας, τῆς προτυπώσεως τῆς ἀρετῆς. Τὸ ἴδιο
συμβαίνει καὶ μὲ τὶς κοινωνίες τῶν προσώπων. Ὅπου καλλιεργεῖται ἡ ἀρετή, ἐκεῖ
οἱ λαοὶ εἰρηνεύουν. Ὅπου αὐτὴ ταλαντεύεται ἡ εἰρήνη ἀπομακρύνεται καὶ οἱ ἔριδες
καὶ οἱ συγκρούσεις καὶ οἱ πόλεμοι δίνουν τὸ καταστροφικό τους παρόν.
Κύριε, προσωπικὰ δὲν
εἰρηνεύουμε, δὲν ἀφήνουμε τόπο στὴν καρδιά μας γιὰ Ἐσένα, οὔτε σὲ μιὰν ἄκρη, οὔτε
σὲ μιὰ σπηλιά. Ἔτσι, καὶ αὐτὰ τὰ Χριστούγεννα, τὸ βλέπεις, Κύριε, ὅτι κλαίοντας Σοῦ τὸ λέω, εἶναι Χριστούγεννα τοῦ τρόμου καί
τοῦ φόβου γιὰ πολλοὺς ἀνθρώπους καὶ γιὰ πολλοὺς λαούς.
Γιατί, ὅμως; Γιατί ἐμεῖς, Κύριε, θελήσαμε νὰ δημιουργήσουμε ἕνα
κόσμο χωρὶς Ἐσένα, χωρὶς τὴν εἰρήνη Σου, αὐτὴ πού Ἐσὺ μᾶς χαρίζεις, εἰρήνη στὶς
ψυχές μας, εἰρήνη μεταξύ τῶν λαῶν, εἰρήνη στίς ἀνθρώπινες κοινωνίες. Ἑπιθυμία
τόσο μεγάλη, ἀλλὰ καὶ τόσο ἀνικανοποίητη.
Σήμερα, Κύριε, μόνο εἰρήνη δὲν θὰ βρεῖς στὴ γῆ μας. Οἱ σειρῆνες τοῦ πολέμου
ἠχοῦν ἐφιαλτικὰ γύρω μας. Μαίνονται ἐμφύλιοι πόλεμοι καὶ πόλεμοι μεταξὺ ἐθνῶν μὲ
ἑκατοντάδες χιλιάδες ἀνθρώπους νὰ παίρνουν τόν πικρὸ δρόμο τῆς προσφυγιᾶς, χωρὶς
νὰ γνωρίζουν τί θὰ τοὺς τύχει στὸ δρόμο ἢ ποῦ τελικὰ θὰ καταλήξουν; Θρηνοῦμε γιὰ
τὰ θύματα, τοὺς πρόσφυγες τοὺς ἄστεγους, τοὺ λησμονημένους. Κλίνουμε, ὅμως, τὰ γόνατα καὶ Σὲ παρακαλοῦμε μὲ δάκρυα, Εἰρήναρχε
Κύριε: Ἀφόπλισε τὶς καρδιές μας ἀπὸ
τὴν κακία, γιατὶ μὲ αὐτὴ δὲν ἐπιτυγχάνεται εἰρήνη, ὅσο καὶ ἂν ἀφοπλιστοῦν ὅλα τὰ
ἔθνη. Ἐὰν ἀγάπη δὲν ἔχουμε στὶς καρδιές μας καὶ χωρὶς ὅπλα θὰ ἐπιτεθοῦμε στοὺς
γύρω μας, μὲ νύχια καὶ μὲ δόντια. Ἔλα, Κύριε,
νὰ μᾶς εἰρηνεύσεις, φέρε τὴν εἰρήνη Σου στὴ γῆ μας μὲ τὴ γέννησή Σου! Ἄλλαξε τὸν
τρόπο ζωῆς μας. Ἀξίωσέ μας νὰ Σὲ δεχθοῦμε, νὰ Σοῦ προσφέρουμε κατάλυμμα στὴν
καρδιά μας, γιὰ νὰ μένεις μόνιμα, νὰ μᾶς εἰρηνεύεις καὶ νὰ φαινόμαστε στοὺς ἄλλους
πραγματικὰ δικοί Σου, εἰρηνοποιοὶ καὶ φιλάρετοι.
Δρ Χαραλάμπης Μ.
Μπούσιας,
Μέγας
Ὑμνογράφος τῆς τῶν Ἀλεξανδρέων Ἐκκλησίας