Κάθε φορά που η Εκκλησία μας τιμά και λαμπρώς εορτάζει  την Υπεραγία  Θεοτόκο, η σκέψη  μας στρέφεται  προς την νοητή πύλη της ζωής, προς την κιβωτόν την χρυσωθείσαν τω πνεύματι, η οποία με την Είσοδο της στο Ναό άνοιξε τις πύλες της ζωής, ενώ με την κοίμηση της, έκλεισε τις πύλες του θανάτου.

Πύλη Θεού λοιπόν η Παναγία. Ένας λόγος περιεκτικώτατος που μας υπενθυμίζει το ύψιστο γεγονός ότι η Παναγία μας, βρίσκεται ανάμεσα στον Θεό και τους ανθρώπους και πως κανείς δεν μπορεί να φθάσει στο Θεό, αν δεν περάσει από αυτή την Πύλη της Θείας χάριτος. Οι προσωπικές ενοχές μας  πολλές φορές είναι το απροσπέλαστο εμπόδιο για να απευθυνθούμε απευθείας στον Υπερτέλειο Θεό μας. Έτσι στην Παναγία μας έχουμε περισσότερο θάρρος. Την βλέπουμε   να μας στηρίζει  και να μας προστατεύει.

Σ΄ αυτήν πλησιάζουμε πιο εύκολα και πιο άμεσα, ως προερχομένην εξ ανθρώπων, για να πάρουμε κουράγιο και θάρρος να συνεχίσουμε την ανηφορική  πορεία της ζωής μας να μην λιποψυχήσουμε και να ενδυναμωθούμε.

Αλήθεια, ποιός κάλεσε σε βοήθεια την Παναγία και δεν βρήκε αμέσως προστασία και έλεος; Ποιός άπλωσε  ικετευτικά  το βλέμμα του στην Εικόνα της και δεν βρήκε βακτηρία και ανακούφιση; Ποιός ύψωσε τα χέρια του στην βασίλισσα του κόσμου και δεν έλαβε την ύψιστη δωρεά;

Πύλη Κυρίου λοιπόν η Θεοτόκος, όχι σαν ένας τιμητικός τίτλος ούτε σαν μία ποιητική έξαρση του ιερού υμνογράφου, αλλά ως μία θεοδώρητη πραγματικότητα.

Σε μια εποχή δύσκολη, χρεωκοπημένη και ακαταλαβίστικη από πολλούς  όπου εν μέσω παγίδων πολλών παρεκλίνουμε και απομακρυνόμαστε από το φως της αληθινής ζωής, με ρήγματα απιστίας και αμφιβολίας, με αθέατες παγίδες και με τοξεύματα δόλια, άμεση αλλά και προσιτή η βοήθεια της Θεοτόκου  έρχεται σαν σωσσίβιο στις κρίσιμες ώρες και στιγμές μας. Σύμφωνα  με τον υμνολογικό και θεολογικό λόγο της Εκκλησίας η Παναγία μας είναι η θεία είσοδος των σωζομένων. Είναι η Μητέρα του Θεού του Υψίστου αλλά και η δική μας Μητέρα που πρόθυμα και ολόκαρδα κάνει ότι έκανε και ο Υιός της με σκοπό τη δική μας σωτηρία. Ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος  τονίζει ότι αν κάποιος δεν αναγνωρίζει την Αγίαν Παρθένον ως Θεοτόκον, βρίσκεται χωρισμένος από τον Θεόν.

Πόσο πολύ δύσκολο είναι όμως ο σύγχρονος άνθρωπος με τις καθημερινές λαμβάνουσες παραστάσεις που αποκομίζει από το περιβάλλον που ζει και δραστηριοποιείται  να κατανοήσει την υψηλή θέση του θεομητορικού μυστηρίου και πολύ περισσότερο τον ύψιστο ρόλο της Πλατυτέρας των Ουρανών που κοσμεί το βάθος του Ιερού βήματος όλων των ορθοδόξων Ναών με τα ανοικτά χέρια, έτοιμη να δεχθεί τις ικεσίες και τις παρακλήσεις όλων των πιστών. Είναι και αυτή μία άλλη λατρευτική επιβεβαίωση της Εκκλησίας ότι η Παναγία Θεοτόκος είναι όντως η πύλη του Θεού που μας περιμένει όλους με ανοικτές αγκάλες όπως ανοικτές είναι και οι αγκάλες του Υιού της πάνω στο Σταυρό.

Γνωρίζουμε όλοι μας ότι στο τέμπλο κάθε εκκλησίας πάντοτε στα δεξιά της Ωραίας Πύλης βρίσκεται η Εικόνα του Χριστού και στα αριστερά η Εικόνα της Θεοτόκου.  Σχηματίζεται έτσι ένα είδος ζυγού. Του ζυγού της σωτηρίας. Από τη μια μεριά είναι ο Σωτήρας, η αιτία της σωτηρίας μας ο θείος Νυμφίος και από την  άλλη μεριά η  Εκκλησία, το αποτέλεσμα της σωτηρίας,  η ανύμφευτη Νύμφη Του. Ο βασιλιάς και η βασίλισσα. Ο άναξ και η Άνασσα. Ο νέος Αδάμ και η νέα Εύα.

Η Υπεραγία Θεοτόκος είναι η εικόνα της Εκκλησίας του Χριστού. Στη Θεοτόκο ανακαλύπτουμε την ίδια την εκκλησία και στην εκκλησία ανακαλύπτουμε την Κυρία Θεοτόκο. Όπως αυτή έγινε με το πνεύμα του Κυρίου, άσπιλη και αμόλυντη έτσι και η Εκκλησία είναι αγία και άμωμος. Όπως η Παρθενία της Θεοτόκου είναι εύκαρπος έτσι και η Εκκλησία γεννά τα τέκνα της για την αιώνια ζωή. Όπως υπάρχει μία και μόνη άχραντη Μητέρα του Θεού έτσι και ο Χριστός ίδρυσε μία και μόνη Εκκλησία. Όπως ο Χριστός έκανε την Παναγία Μητέρα Του πηγή ζωής,  ρίζα αγιότητας και ευλογημένη εν γυναιξί έτσι και  την Αγία του Εκκλησία  έκανε μοναδική πηγή σωτηρίας και αγιασμού για όσους πιστεύουν.

Μας αξίωσε η χάρη της Μεγαλόχαρης Παναγίας να έλθουμε ως ταπεινοί προσκυνητές για να την παρακαλέσουμε. Για να ανακαλύψουμε ακόμη περισσότερο την γλυκύτητα της ματιάς της. για να την ικετεύσουμε ευλαβικά, το παρήγορο βλέμμα της, να αναθερμάνει τον πνευματικό χειμώνα που ζει ο καθένας, να ζεστάνει τις παγωμένες καρδιές μας, να μετριάσει τον άφθονο καθημερινό ανθρώπινο πόνο και να εμπνεύσει πίστη, ελπίδα, αισιοδοξία σε μία κοινωνία ψεύτικη, απατηλή, χωρίς ερείσματα και αντιστάσεις.


 Θα μου επιτρέψετε να κλείσω με ένα περιστατικό πολύ διδακτικό παρμένο από το Γεροντικό.
Ο άγιος Ανδρέας ο διά Χριστόν σαλός,όταν ακόμα ήταν επί γης, ηρπάγη στον παράδεισο. Εκεί συνομίλησε με πολλούς αγίους. Είδε και τους αγγέλους. Έψαχνε να δει και τη Παναγία. Δεν την βρήκε όμως πουθενά. Ρώτησε τους Αγίους. Πού είναι η Παναγία για να πάω να την προσκυνήσω;
Η Παναγία ποτέ δεν μένει στον Παράδεισο, του απάντησαν οι Άγιοι. Συνεχώς μέρα νύκτα τρέχει σ΄όλη τη γη. Στον πονεμένο, στον άρρωστο, στον φτωχό, στον ορφανό, παντού όπου την καλούνε. Είναι πάντα σε εγρήγορση ,σε επιφυλακή και σε επαγρύπνηση για να επαληθεύει αυτό που πολλές φορές ακούσαμε αυτές τις ημέρες στο γνωστό Απολυτίκιο της Εορτής της Κοιμήσεως, ότι δηλαδή, εν τη κοιμήσει ου κατέλιπε τον κόσμο.
 Φεύγοντας σε λίγο όλοι μας, μικροί μεγάλοι, νέοι γέροι παιδιά, ας εγκολπωθούμε το γνήσιο και υγιές πρότυπο της Παναγίας μας, της κατά χάριν Μητέρας μας. Ένα πρότυπο συνεχούς προσευχής, πίστης, υπακοής,  ταπεινοφροσύνης αλλά και σιωπής. Μίας σιωπής που μυστικά νουθετεί και αθόρυβα ευεργετεί καθένα που την επιδιώκει και επιθυμεί να την αποκτήσει.