Ὁ Θεός εἶναι ὁ μόνος Κύριος τῆς ζωῆς καί τοῦ θανάτου. Ὁ Θεός, δηλαδή, παρέχει τή ζωή, ἀλλά καί θέτει τά ὅριά της. 
Μόνος αυτός γνωρίζει ὅλα τά δεδομένα, ἀλλά καί ὅλες τίς προθέσεις τῶν λογικῶν ὄντων, πρίν κἄν αὐτά ἔρθουν στήν ὕπαρξη.
Ταυτόχρονα, ὁ Θεός ἀγαπᾶ σέ ἀσύλληπτο βαθμό ὅλους τούς ἀνθρώπους. Μάλιστα, ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος θεωρεῖ τόν Χριστό ὡς τόν μανιωδέστερο τῶν ἐραστῶν τῆς σωτηρίας τῶν ἀνθρώπων. Κατά τήν Ἁγία Γραφή, ἄλλωστε, ὁ Θεός θέλει ὅλοι οἱ ἄνθρωποι νά σωθοῦν καί νά τόν γνωρίσουν, ὡς τήν ὐποστατική Ἀλήθεια ("πάντας ἀνθρώπους θέλει σωθῆναι καί εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν").

Μέ τίς παραπάνω προϋποθέσεις, κατανοεῖται εὔκολα, ὅτι ὁ Θεός, ὡς ὁ κατεξοχήν καί κατά κυριολεξία καλός καί ἀγαθός, δέν εἶναι δυνατόν νά θέλει τόν πρόωρο θάνατο κανενός ἀνθρώπου. Καί τοῦτο, ἐπειδή τό κύριο γνώρισμα τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ ἀγάπη.

Ἔτσι   ὁ Θεός ἀποφασίζει τόν θάνατο τοῦ κάθε ἀνθρώπου μέ βάση τήν παγγνωσία καί τήν ἀγάπη του. Τοῦτο, πρακτικῶς, σημαίνει ὅτι ὁ κάθε ἄνθρωπος πεθαίνει στήν καλύτερη χρονική στιγμή γι' αὐτόν. Κατά συνέπεια, μία ἐνδχόμενη παράταση τῆς ζωῆς μας, πέρα ἀπό τό ὅριο, πού ἔθεσε ἠ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ γιά τόν καθένα μας, θά εἶχε ἀρνητικό ἀποτέλεσμα στήν ποιότητα τῆς αἰωνίου ζωῆς μας.

Γι' αὐτό, θά πρέπει νά δεχόμαστε την ἀπόφαση τοῦ Θεοῦ, γιά τήν ὁριοθέτηση τῆς ζωῆς ὄλων τῶν ἀνθρώπων, μέ εὐγνώμονα και εὐχαριστιακή διάθεση.

Ἡ ἀνάσταση τῶν νεκρῶν ἀποτελεῖ θεμελιώδη ἀλήθεια τῆς Ἐκκλησίας, πού διατυπώθηκε δογματικά καί συμπεριλήφθηκε στό Σύμβολο τῆς Πίστεώς μας, κατά τήν Β' Οἰκουμενική Σύνοδο. Ἄλλωστε, ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ἀποτελεῖ τήν ἀσφαλέστερη ἐγγύηση γιά τήν πραγματοποίηση καί τῆς δικῆς μας ἀναστάσεως. 

Ἡ ἀνάσταση τῶν νεκρῶν σωμάτων καί ἡ ἕνωσή τους μέ τίς ἀντίστοιχες ψυχές εἶναι ἡ προϋπόθεση γιά τήν μέλλουσα Κρίση, ἀφοῦ ζήσαμε καί πράξαμε τό καλό ἤ τό κακό, ὡς ψυχοσωματική ἑνότητα. Εἶναι, λοιπόν, εὔλογο νά ἔχουμε καί τήν μελλοντική ποιότητα τῆς ζωῆς μας ὡς ἐνιαία ψυχοσωματική ὕπαρξη.
                                     
Δημήτριος Τσελεγγίδης 
Καθηγητής Τσελεγγίδης